Κάποτε τα αρχεία καταγραφής των διακομιστών ήταν απλώς βαρετά αρχεία των οποίων οι πιο δραματικές στιγμές συνέβαιναν όταν κάποιος ξέχναγε να γράψει ένα πρόγραμμα που να διαγράφει τα παλιά και η συσσώρευσή τους οδηγούσε στο να γεμίσουν τον σκληρό δίσκο και να κρασάρουν τον διακομιστή.
Στη συνέχεια, μια σειρά από περίεργα ατυχήματα μετέτρεψαν τα αρχεία καταγραφής των διακομιστών στο κύριο χαρακτηριστικό του 21ου αιώνα, ένα είδος αιώνιας, πανταχού παρούσας αναθυμίασης της καθημερινής μας ζωής, το CO2 (διοξείδιο του άνθρακα) του Διαδικτύου: αόρατα, φαινομενικά αθώα, αλλά αρκετά επιβλαβή, στο σύνολό τους, για να καταστρέψουν τον κόσμο μας.
Να πως φτάσαμε ως εδώ: αρχικά, υπήρχαν τα cookies. Οι άνθρωποι που διαχειρίζονταν τους web-servers ήθελαν έναν τρόπο για να αλληλεπιδρούν με τους ανθρώπους που τους χρησιμοποιούσαν: έναν τρόπο, για παράδειγμα, για να θυμούνται τις προτιμήσεις σας από επίσκεψη σε επίσκεψη ή να σας ξεχωρίζουν ανάμεσα σε αλληλεπιδράσεις που εκτείνονται σε δεκάδες οθόνες καθώς γεμίζατε και εξαργυρώνατε ένα εικονικό καλάθι αγορών.
Στη συνέχεια, η Google και μερικές άλλες εταιρείες ανακάλυψαν ένα επιχειρηματικό μοντέλο. Όταν ξεκίνησε η Google, κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πώς η εταιρεία θα κατάφερνε να αποπληρώσει τους επενδυτές της, ειδικά καθώς η – άγνωστη τότε – μηχανή αναζήτησης περιφρόνησε τις πιο βρώμικες πρακτικές του κλάδου, όπως το πάστωμα της αρχικής σελίδας με διαφημιστικά banner ή, το χειρότερο από όλα, την πώληση των κορυφαίων αποτελεσμάτων αναζήτησης που έφταναν στο κοινό.
Αντ’ αυτού, η Google και οι άλλες πρώιμες εταιρείες διαφημιστικής τεχνολογίας σκέφτηκαν να τοποθετήσουν διαφημίσεις στις ιστοσελίδες των άλλων, και οι διαφημίσεις αυτές θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως συνδετικός κρίκος μεταξύ των χρηστών του διαδικτύου και της Google. Κάθε σελίδα με μια διαφήμιση της Google ήταν σε θέση να γράψει και να διαβάσει ένα cookie της Google στο πρόγραμμα περιήγησής σας (κάτι που μπορούσε να απενεργοποιηθεί, αλλά κανείς δεν το έκανε) και έτσι η Google μπορούσε να έχει μια αρκετά καλή εικόνα του ποιες ιστοσελίδες επισκεφτήκατε. Η πληροφορία αυτή, με τη σειρά της, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να σας στοχεύσει με συγκεκριμένες διαφημίσεις και τα sites που θα τοποθετούσαν τις διαφημίσεις της Google στις σελίδες τους θα έπαιρναν ένα μικρό χρηματικό ποσό για κάθε επισκέπτη. Οι διαφημιζόμενοι θα μπορούσαν να στοχεύουν διαφορετικά είδη χρηστών – χρήστες που είχαν αναζητήσει πληροφορίες σχετικά με τον αμίαντο και τον καρκίνο του πνεύμονα, με προϊόντα για μωρά, με τον προγραμματισμό γάμου, με τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας. Οι ίδιες οι ιστοσελίδες έγιναν μέρος του “καταλόγου” της Google όπου θα μπορούσε να τοποθετήσει τις διαφημίσεις, αλλά επίσης βελτίωσαν τις καταγραφές της σχετικά με τους χρήστες του διαδικτύου, δίνοντάς της έτσι μια καλύτερη ιστορία για να πουλήσει στη συνέχεια σε διαφημιστές.
Η ιδέα έπιασε τον παλμό της εποχής και σύντομα όλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν πώς μπορούν να συγκεντρώσουν, συλλέξουν, αναλύσουν και μεταπωλήσουν τα δεδομένα που μας αφορούσαν, καθώς εμείς περιηγούμασταν στο διαδίκτυο.
Φυσικά, υπήρξαν επιπτώσεις στην ιδιωτικότητα από όλα αυτά. Από νωρίς παραβιάσεις και δικαστικές διαμάχες ξεπήδησαν σε όλον τον κόσμο. Οι δικηγόροι της Google και των μεγάλων εκδοτών (αναφορικά με τα εργαλεία δημοσίευσης, τα εργαλεία κατασκευής blogs που διαδόθηκαν ευρέως και αποτέλεσαν “Συστήματα Διαχείρισης Περιεχομένου” για να καταλήξουν πια να είναι ο πρωταρχικός τρόπος δημοσίευσης υλικού στο διαδίκτυο) υιοθέτησαν ένα στερεότυπο νομικό λόγο, με την “πολιτική ιδιωτικότητας” και τους “όρους χρήσης της υπηρεσίας” και την “άδεια χρήσης τελικού χρήστη” που αναφέρονται στο κάτω μέρος τόσων σελίδων που επισκέπτεστε κάθε μέρα, και που “με την επίσκεψή σας στην ιστοσελίδα δηλώνετε πως συμφωνείτε και συμμορφώνεστε με τους όρους της υπηρεσίας”.
Καθώς όλο και περισσότερες εταιρείες αναρριχώνται στη εξουσία του ”καπιταλισμού επιτήρησης” οι συμφωνίες αυτές πολλαπλασιάστηκαν, το ίδιο και η ανάγκη να υπάρχουν, γιατί σύντομα τα πάντα χρησιμοποιούνταν για συλλογή δεδομένων. Καθώς το Διαδίκτυο κατέκτησε τον φυσικό κόσμο και αποίκησε τα τηλέφωνά μας, αρχίσαμε να παίρνουμε μια γεύση του πώς θα έμοιαζε όλο αυτό τα επόμενα χρόνια. Εφαρμογές που έκαναν αθώα πράγματα όπως για παράδειγμα να μετατρέψουν το τηλέφωνό σας σε φακό, ή να καταγράψουν φωνητικές σημειώσεις, ή να αφήσουν τα παιδιά σας να ενώσουν κουκίδες σχηματίζοντας κάποιο clip-art, συνοδεύονταν από οθόνες με “εξουσιοδοτήσεις”‘ που απαιτούσαν να τις αφήσετε να εισβάλουν στο τηλέφωνό σας και σε όλα τα σημαντικά δεδομένα της ζωής σας: τον αριθμό τηλεφώνου, την διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα SMS και άλλα μηνύματα, τα e-mails, την τοποθεσία σας – όλα όσα θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά άμεσα ή έμμεσα από μια συσκευή που κουβαλούσατε συνέχεια μαζί σας και είχε πρόσβαση στις πιο ευαίσθητες στιγμές σας.
Όταν άρχισαν οι αντιδράσεις, οι κατασκευαστές των εφαρμογών και οι εταιρείες κατασκευής smartphone είχαν έτοιμη την ανταπάντηση: “Συμφωνήσατε να μας επιτρέψετε να το κάνουμε. Σας ενημερώσαμε για τις πρακτικές απορρήτου μας, και μας δώσατε τη συγκατάθεσή σας.”
Αυτό το μοντέλο “ενημέρωσης και συναίνεσης” είναι εξόφθαλμα παράλογο και όμως έχει εκπληκτική νομική ισχύ. Καθώς τα γράφω όλα αυτά, τον Ιούλιο του 2016, τα αμερικανικά ομοσπονδιακά δευτεροβάθμια δικαστήρια έχουν μόλις αποφανθεί επί δύο υποθέσεων που αφορούσαν το αν οι “άδειες χρήσης τελικού χρήστη” που κανείς δε διαβάζει και κανείς δεν καταλαβαίνει και κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά, μπορούν να είναι επιβλητές. Οι υποθέσεις διέφεραν λίγο, αλλά και στις δύο περιπτώσεις, οι δικαστές είπαν ότι ήταν επιβλητές τουλάχιστον για κάποιο διάστημα (και ότι η παραβίασή τους μπορεί να είναι κακούργημα!). Αυτές οι αποφάσεις πάρθηκαν ενώ το σύνολο της Αμερικής είχε καταληφθεί από τον πυρετό του Pokémon Go, με λίγους μόνο σπασίκλες όπως εγώ να επισημαίνουμε πως απλά και μόνο με την εγκατάσταση του παιχνιδιού, όλα αυτά τα εκατομμύρια των παικτών έχουν ”συμφωνήσει” να χάσουν το δικαίωμά τους να κινηθούν νομικά εναντίον της ισχυρής εταιρείας στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκουν τα Pokémon, όταν αυτή παραβιάσει τα προσωπικά δεδομένα των παικτών. Έχετε όμως χρονικό περιθώριο 30 ημερών για να υπαναχωρήσετε στην συμφωνία σας. Αν η εφαρμογή του Pokémon Go υπάρχει ακόμα στην ροή σας και έχετε εγγραφεί σε αυτό τις τελευταίες 30 ημέρες, στείλτε ένα e-mail με θέμα ”Διευθέτηση Υπαναχώρησης” και συμπεριλάβετε στο κυρίως κείμενο ”μια σαφή δήλωσή σας πως δεν αποδέχεστε τους όρους της υπηρεσίας του Pokémon Go.”
Η ενημέρωση και συναίνεση αποτελεί μια παράλογη νομική μυθοπλασία. Ο Jonathan Α. Obar και η Anne Oeldorf-Hirsch, ένα ζευγάρι καθηγητών Επικοινωνιολογίας από το York University και το University of Connecticut, δημοσίευσαν ένα έγγραφο εργασίας το 2016 που ονομάζεται “Το μεγαλύτερο ψέμα στο Διαδίκτυο: Αγνοώντας τις Πολιτικές Απορρήτου και την Πολιτική Χρήσης Υπηρεσιών των κοινωνικών δικτύων”. Το έγγραφο περιγράφει αναλυτικά το πώς οι καθηγητές έδωσαν την ευκαιρία στους φοιτητές τους, οι οποίοι μελετούν το αντικείμενο των συμφωνητικών αδειών χρήσης και την ιδιωτικότητα, να δοκιμάσουν ένα νέο κοινωνικό δίκτυο (η συγκεκριμένη υπηρεσία ήταν φανταστική, αλλά οι μαθητές δεν το γνώριζαν). Για να δοκιμάσουν το δίκτυο, οι φοιτητές έπρεπε να δημιουργήσουν λογαριασμούς, και τους δόθηκε η ευκαιρία να εξετάσουν τους όρους χρήσης της υπηρεσίας και την πολιτική ιδιωτικότητας, η οποία έγραφε ξεκάθαρα πως θα δώσει όλα τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών στην NSA και απαιτούσε το πρωτότοκο παιδί των φοιτητών ως αντάλλαγμα για την πρόσβαση στην υπηρεσία. Όπως θα έχετε καταλάβει ήδη από τον τίτλο της μελέτης, κανένας από τους φοιτητές δεν παρατήρησε κανένα από τα δύο σημεία και σχεδόν κανένας από αυτούς δεν κοίταξε τους όρους παροχής υπηρεσιών για περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα.
Πράγματι, δε μπορείτε να εξετάσετε σε οποιοδήποτε βάθος τους όρους της υπηρεσίας με την οποία αλληλεπιδράτε – θα έπαιρνε περισσότερο από 24 ώρες την ημέρα μόνο για να καταλάβετε τι δικαιώματα έχετε παραχωρήσει αυτήν την μέρα. Αλλά όσο απαίσια και αν είναι η πρακτική της “ενημέρωσης και συναίνεσης”, τουλάχιστον προσποιείται ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να έχουν κάποιον λόγο στη μοίρα των δεδομένων που εξάγονται από τη ζωή τους, καθώς αυτοί κινούνται μέσα στον χρόνο, τον χώρο και τις πληροφορίες.
Η επόμενη γενιά των δικτυωμένων συσκευών είναι κυριολεκτικά ανίκανη να συμμετάσχει σε αυτή τη μυθοπλασία.
Ο ερχομός του “Διαδικτύου των πραγμάτων” (IoT) – ένα απαίσιο όνομα που δείχνει πως οι υποστηρικτές του δε γνωρίζουν ακόμη ποια θα είναι η χρησιμότητά του, όπως τα “κινητά τηλέφωνα” ή οι “3D εκτυπωτές” – θα δώσει δυνατότητα δικτύωσης στα πάντα: συσκευές, λαμπτήρες, τηλεοράσεις, αυτοκίνητα, ιατρικά εμφυτεύματα, παπούτσια και ενδύματα. Η λάμπα σας δε χρειάζεται να μπορεί να τρέξει εφαρμογές ή να δρομολογεί πακέτα δεδομένων, αλλά οι μικροσκοπικοί ελεγκτές του εμπορίου που επιτρέπουν στους έξυπνους διακόπτες να ελέγχουν τα φώτα παντού (και έτσι να επιτρέπουν σε συσκευές όπως οι έξυπνοι θερμοστάτες και τα τηλέφωνα να αλληλεπιδρούν με τα φώτα και το σύστημα ασφαλείας στο σπίτι) θα περιλαμβάνουν πλήρεις υπολογιστικές δυνατότητες από προεπιλογή, επειδή αυτό θα είναι πιο αποδοτικό από πλευράς κόστους από ό,τι η προσαρμογή ενός τσιπ και ενός συστήματος για κάθε κατηγορία συσκευής. Αυτό που έχει καθορίσει τους υπολογιστές τόσο αδυσώπητα, κάνοντάς τους φθηνότερους, πιο ισχυρούς και πανταχού παρόντες, είναι η ευελιξία τους, ο χαρακτήρας της γενικής χρήσης τους. Το γεγονός της γενικής χρήσης τους είναι αναπόφευκτο και υπέροχο και απαίσιο, και αυτό σημαίνει ότι η έρευνα και ανάπτυξη που έχει κάνει τους υπολογιστές πιο γρήγορους προς όφελος της αεροπορίας ωφελεί και τους υπολογιστές μέσα στο τηλέφωνό σας και την συσκευή παρακολούθησης της καρδιάς σας (και αντίστροφα). Έτσι, όλα σύντομα θα περιέχουν έναν υπολογιστή.
Θα ”αλληλεπιδράτε” με εκατοντάδες, στην συνέχεια χιλιάδες, μετά δεκάδες χιλιάδες υπολογιστές κάθε μέρα. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των αλληλεπιδράσεων θα είναι στιγμιαίες και με υπολογιστές που δε θα έχουν τρόπο να σας δείξουν τους όρους χρήσης της υπηρεσίας, πόσο μάλλον να σας παρουσιάσουν ένα κουμπί για να κάνετε κλικ για να δώσετε την “συναίνεσή” σας. Κάθε τηλεόραση στο μπαρ που πηγαίνετε για ένα ποτό και να δείτε έναν αγώνα, θα έχει κάμερες και μικρόφωνα και θα καταγράφει την εικόνα σας και θα την επεξεργάζεται μέσω ενός λογισμικού αναγνώρισης προσώπου, θα καταγράφει όσα λέτε και θα τα μεταφέρει σε έναν διακομιστή που θα τρέχει συνεχή αναγνώριση ομιλίας (για να ελέγχει αν δίνετε κάποια φωνητική εντολή). Κάθε αυτοκίνητο που σας προσπερνά θα έχει κάμερες που θα καταγράφουν την εμφάνιση και την πορεία σας, που συλλέγουν τα μοναδικά αναγνωριστικά του Bluetooth σας και των άλλων ασύρματων συσκευών μικρής εμβέλειας και θα τα στέλνει στο «υπολογιστικό νέφος» (cloud) και εκεί θα συγχωνεύονται και θα συναθροίζονται μαζί με άλλα δεδομένα που θα προέρχονται από άλλες πηγές.
Θεωρητικά, αν η ενημέρωση και συναίνεση αποτελούσε κάτι περισσότερο από μια ευγενική φαντασίωση, τίποτα από όλα αυτά δε θα συνέβαινε. Αν η ενημέρωση-και-συναίνεση ειναι απαραίτητη για να καταστήσει τη συλλογή δεδομένων νόμιμη, τότε χωρίς αυτήν, η συλλογή είναι παράνομη.
Αλλά αυτό δεν είναι η πραγματική πολιτική διάσταση του πράγματος: η πραγματικότητα είναι ότι όταν κάθε αυτοκίνητο έχει περισσότερους αισθητήρες από ένα αυτοκίνητο της υπηρεσίας Google Streetview, όταν κάθε τηλεόραση πωλείται με μια κάμερα για να σας επιτρέπει να την ελέγχετε με χειρονομίες, όταν κάθε ιατρικό εμφύτευμα συλλέγει δεδομένα τηλεμετρίας που συγκεντρώνονται από κάποια εταιρεία παροχής “υπηρεσιών” και πωλούνται σε ασφαλιστές και φαρμακευτικές εταιρείες, το επιχείρημα που θα χρησιμοποιείται είναι πως: ” Όλα αυτά τα πράγματα είναι εξίσου καλά και απαραίτητα – δε μπορεί κανείς να συγκρατήσει την πρόοδο”.
Είναι αλήθεια ότι δε μπορούμε να έχουμε αυτο-οδηγούμενα αυτοκίνητα που δεν παρατηρούν σε βάθος το γύρω περιβάλλον όλη την ώρα και δε δίνουν ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή στους ανθρώπους για να εξασφαλίσουν ότι δε θα τους σκοτώσουν. Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτα που να επιβάλλει στα αυτο-οδηγούμενα αυτοκίνητα να διατηρούν και να επεξεργάζονται περαιτέρω τα δεδομένα που συλλέγουν. Θυμηθείτε ότι για πολλά χρόνια, τα αρχεία καταγραφής των διακομιστών που κατέγραψαν όλες τις συναλλαγές σας με το διαδίκτυο διαγράφονταν στην πορεία του χρόνου, γιατί κανείς δε μπορούσε να καταλάβει σε τι θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν, εκτός από το για να λύσουν προβλήματα όταν αυτά συνέβαιναν.
Οι αποδόσεις από την απόκτηση δεδομένων μειώνονται με τα χρόνια. Στα πρώτα χρόνια της διαφήμισης με χρήση δεδομένων, οι διαφημιστές πίστεψαν πως η καλύτερη στόχευση δικαιολογούσε και το μεγαλύτερο κόστος των διαφημίσεων. Με την πάροδο του χρόνου, ένα μέρος αυτής της αισιοδοξίας έχει ξεθωριάσει, υποβοηθούμενο από το γεγονός πως προσαρμοστήκαμε στον τρόπο διαφήμισης, έτσι ώστε η στόχευση τώρα πια να μην λειτουργεί τόσο καλά όσο παλιά. Θυμηθείτε εκείνες τις εταιρείες σαπουνιών που κάποτε διαφημίζονταν λέγοντας ”Θα είσαι καθαρότερος κατά 5 σεντς” και οι οποίες φαίνεται να είχαν πουλήσει απίστευτες ποσότητες σαπουνιού με αυτόν τον τρόπο. Με τον καιρό, οι άνθρωποι σκληραγωγήθηκαν από αυτά τα μηνύματα, μπήκαν σε μια κούρσα ανταγωνισμού με τους διαφημιστές που μας έφτασε στις διαφημίσεις του Axe Body Spray όπου τα σωστά προϊόντα προσωπικής υγιεινής θα καλέσουν πραγματικά αγγελάκια στο πλευρό ενός μέτριου άντρα και, παρά τα φτερά τους, αυτά τα αγγελάκια θα αποπνέουν αναμφισβήτητα μη αγγελικό πόθο για τον πρωταγωνιστή μας. Οι διαφημίσεις είναι πάντα το πιο ενδιαφέρον πράγμα στα παλιά περιοδικά, επειδή προτείνουν μια εποχή που οι άνθρωποι ήταν πολύ πιο αφελείς ως προς τα μηνύματα που πίστευαν.
Αλλά η φθίνουσα απόδοση της επιρροής των διαφημίσεων μπορεί να καλυφθεί από μια πιο επιθετική συλλογή δεδομένων. Αν το Facebook δε μπορεί να καταλάβει πώς να δικαιολογήσει το τιμολόγιο των διαφημίσεων του με βάση τα στοιχεία που γνωρίζει για σας, μπορεί απλά να σχεδιάσει τρόπους για να μάθει πολλά περισσότερα για εσάς και έτσι να δικαιολογήσει την τιμή που έχει ορίσει.
Το σκηνικό θα επαναληφθεί με τις μικροσυσκευές (gadgets) που θα μας κατασκοπεύουν από κάθε γωνία, με κάθε τρόπο, όλη την ώρα. Τα δεδομένα που οι υπηρεσίες αυτές θα συλλέγουν θα είναι ακόμη πιο τοξικά ως προς την δυνατότητά τους να μας βλάψουν. Σκεφτείτε ότι σήμερα, οι κλέφτες ταυτότητας συγχωνεύουν δεδομένα από διάφορες παραβιάσεις ασφαλείας, προκειμένου να συμπληρώσουν αρκετές πληροφορίες για να πάρουν ένα αντίγραφο ιδιοκτησίας για τα σπίτια των θυμάτων τους και να τα πουλήσουν κάτω από την μύτη τους. Ότι οι ηδονοβλεψίες κάνουν τυχαίες επιθέσεις για να αποκτήσουν τον έλεγχο φορητών υπολογιστών για να βρουν γυμνές φωτογραφίες και στη συνέχεια να τις χρησιμοποιούν για να εκβιάσουν τα θύματά τους ώστε να εκτελέσουν ζωντανά στην κάμερα σεξουαλικές πράξεις. Ότι κάθε άτομο που ζήτησε βίζα για τις ΗΠΑ είδε τα στοιχεία του να κλέβονται από Κινέζους κατασκόπους, οι οποίοι έκαναν επίθεση στους διακομιστές του Υπουργείου Εργασίας και υπέκλεψαν περισσότερα από 20 εκατομμύρια εγγραφών.
Ο καλύτερος τρόπος για να ασφαλίσεις τα δεδομένα είναι εξαρχής να μην τα συλλέξεις. Τα δεδομένα που συλλέγονται είναι πιθανό να διαρρεύσουν. Τα δεδομένα που συλλέγονται και διατηρούνται είναι βέβαιο ότι θα διαρρεύσουν. Ένα σπίτι που μπορεί να ελέγχεται με τη φωνή και την κίνηση, είναι ένα σπίτι με μια κάμερα και ένα μικρόφωνο που καλύπτουν κάθε σπιθαμή της επιφάνειάς του.
Το IoT θα καταρρίψει την πρακτική της ενημέρωσης και συναίνεσης, αλλά χωρίς κάποιο άλλο νομικό πλαίσιο να το αντικαταστήσει, θα καταλήξει σε καταστροφή.
Είμαι ειλικρινά πολύ φοβισμένος από αυτή την έκβαση και δυσκολεύομαι να φανταστώ πολλούς τρόπους με τους οποίους μπορούμε να την αποτρέψουμε, αλλά έχω ένα σενάριο που μπορεί να είναι εύλογο: συλλογικές μηνύσεις.
Αυτή τη στιγμή, οι εταιρείες που παραβιάζουν τα δεδομένα των χρηστών τους δεν αντιμετωπίζουν σχεδόν καμία ευθύνη. Όταν η Home Depot έχασε 53 εκατομμύρια αριθμούς πιστωτικών καρτών και 56 εκατομμύρια σχετιζόμενες διευθύνσεις e-mail, το δικαστήριο επιδίκασε σε κάθε πελάτη μόλις $0,34 για τον καθένα, μαζί με πιστοποιητικά δώρων για πιστωτικές υπηρεσίες και για δάνεια με εγγυημένο τόκο, των οποίων η φερεγγυότητα δεν επιβεβαιώνεται στη βιβλιογραφία. Αλλά οι παραβιάσεις θα συνεχίσουν να γίνονται και θα χειροτερέψουν και οι δικηγόροι που διαχειρίζονται τις συλλογικές μηνύσεις θα έχουν την πολυτέλεια να διαλέγουν τους πελάτες τους. Αυτοί οι δικηγόροι που πληρώνονται με ποσοστό επί των κερδών, αντιπροσωπεύουν ένα είδος παρατεταμένου, εξελισσόμενου αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό επιτήρησης, που με διάφορες τυχαίες προσεγγίσεις προσπαθούν να πείσουν τα δικαστήρια να αναγκάσουν τις εταιρείες που μηνύονται να απορροφήσουν το πλήρες κοινωνικό κόστος της απερίσκεπτης συλλογής και διαχείρισης δεδομένων.
Τελικά, κάποιος δικηγόρος θα καταφέρει να πείσει κάποιον δικαστή ότι, ας πούμε, το 1% των θυμάτων των παραβιάσεων μιας πλούσιας εταιρείας θα καταλήξει να χάσει το σπίτι του από κλέφτες ταυτότητας και αυτό θα οφείλεται στα δεδομένα που διέρρευσε η εταιρεία, και πως οι ζημίες τους θα πρέπει να είναι ίσες με το 1% του συνόλου της περιουσίας που ανήκει σε 53 εκατομμύρια (ή 500 εκατομμύρια!) πελάτες τους οποίους (η εταιρεία) έχει αδικήσει. Με αυτόν τον τρόπο θα κλείσουν εκατοντάδες εταιρείες και δισεκατομμύρια θα μεταφερθούν από τους επενδυτές και τους ασφαλιστές στους δικηγόρους και τους πελάτες τους.
Όταν έρθει εκείνη η μέρα, θα χυθεί αίμα στην αίθουσα συνεδριάσεων. Κάθε μεγάλος επενδυτής θα θέλει να γνωρίζει ότι η εταιρεία είναι ασφαλισμένη με το 500πλάσιο κεφάλαιο της καθαρής της αξίας. Κάθε αντασφαλιστής και αντισυμβαλλόμενος θα θέλει να γνωρίζει τι ακριβώς πρακτικές συλλογής δεδομένων ασφαλίζει. (Πράγματι, ακόμη και ένας καλός τρόμος, πιθανά θα φέρει και τις δύο περιπτώσεις ενώπιον της πραγματικότητας ακόμη και αν ασκηθεί με επιτυχία έφεση στην απόφαση)
Ο κίνδυνος, φυσικά, είναι οι ”όροι της υπηρεσίας”. Αν κάθε ”συμφωνία” που κάνατε κλικ στο παρελθόν ή απλά προσπεράσατε περιλαμβάνει αναγκαστική διαιτησία – αυτό σημαίνει πως παραιτηθήκατε του δικαιώματός σας να μηνύσετε ή να συμμετάσχετε σε μια ομαδική μήνυση. Και τότε δεν υπάρχει ομάδα για να κάνει μια ομαδική κίνηση. Υπάρχει ένας λόγος που οι συμφωνίες διαιτησίας έχουν πολλαπλασιαστεί σε κάθε πλευρά της ζωής μας, από το Airbnb και το Google Fiber μέχρι τις αίθουσες αναμονής διαφόρων γιατρών και οδοντιάτρων που επισκέφτηκα από τότε που μετακόμισα πίσω στις ΗΠΑ το περασμένο έτος. Έπρεπε μέχρι και να συμφωνήσω σε αναγκαστική διαιτησία όταν άφησα την κόρη μου σε ένα πάρτι γενεθλίων για παιδιά (δεν το επινόησα αυτό – ήταν σε μια πιτσαρία με ένα γυμναστήριο ζούγκλα).
Αυτό που έρχεται είναι η καταιγίδα του αιώνα, και οι ομπρέλες μας είναι όλοι αυτοί οι υδατοδιαλυτοί αριθμοί των $5 που εμφανίζονται στις γωνίες των δρόμων της Νέας Υόρκης κάθε φορά που τα σύννεφα εμφανίζονται στον ουρανό. Να φοβάστε.
Πηγή άρθρου: Cory Doctorow: The Privacy Wars Are About to Get a Whole Lot Worse
Μετάφραση: https://medialibre.net