Το νέο βιβλίο του SHARE Foundation, με τίτλο «A Privacy Nightmare: Understanding Spyware», επιχειρεί μια συνολική αποτύπωση ενός από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα της ψηφιακής εποχής: τη συστηματική χρήση λογισμικού κατασκοπείας (spyware) από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς. Μέσα από τεχνική, νομική και πολιτική ανάλυση, το βιβλίο αποκαλύπτει όχι μόνο τους μηχανισμούς λειτουργίας του spyware, αλλά κυρίως τις βαθιές επιπτώσεις του στα ανθρώπινα δικαιώματα και στη δημοκρατική διακυβέρνηση.

Από την υπόθεση NoviSpy στη συστημική κατανόηση του φαινομένου
Η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου ήταν η αποκάλυψη της υπόθεσης NoviSpy στη Σερβία. Μετά τα πρώτα περιστατικά πιθανής χρήσης του Pegasus εναντίον μελών της κοινωνίας των πολιτών, το SHARE Foundation, σε συνεργασία με τη Διεθνή Αμνηστία, εντόπισε στοιχεία που αποδείκνυαν τη χρήση ενός νέου τύπου κρατικά αναπτυγμένου spyware, του NoviSpy. Η έρευνα αποκάλυψε επίσης κατάχρηση εργαλείων ψηφιακής ανάλυσης από την αστυνομία και τις υπηρεσίες ασφαλείας, με στόχο δημοσιογράφους, ακτιβιστές και φοιτητές.
Η Σερβία, χώρα με ήδη εύθραυστο δημοκρατικό ισοζύγιο, αναδεικνύεται έτσι σε χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς το spyware μπορεί να μετατραπεί σε όπλο ψηφιακής καταστολής. Με φόντο τις μαζικές φοιτητικές διαδηλώσεις και την αυξανόμενη καταστολή, η τεχνολογία παρακολούθησης χρησιμοποιείται για να τρομοκρατήσει, να αποδυναμώσει και τελικά να φιμώσει κάθε μορφή αντιλόγου.
Το spyware ως πολυεπίπεδη απειλή
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία βασικά μέρη —τεχνικό, νομικό και πρακτικό— που αλληλοσυμπληρώνονται και προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του προβλήματος.
1. Τεχνική διάσταση: από τον ιό στον αόρατο εισβολέα
Η τεχνική ανάλυση ιχνηλατεί την εξέλιξη του spyware από τα απλά προγράμματα υποκλοπής συνομιλιών της δεκαετίας του ’90 έως τα υπερσύγχρονα συστήματα τύπου Pegasus, Predator και NoviSpy. Αυτά τα εργαλεία έχουν τη δυνατότητα να παρακάμπτουν κρυπτογραφημένες επικοινωνίες, να εκμεταλλεύονται αδυναμίες των λειτουργικών συστημάτων και να εγκαθίστανται χωρίς καμία ορατή ένδειξη.
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι το spyware δεν αφήνει ίχνη. Δεν χρειάζεται να «πατήσει» ο χρήστης σε κάποιο ύποπτο σύνδεσμο· η μόλυνση μπορεί να γίνει μέσω zero-click επιθέσεων ή μέσω εφαρμογών συστήματος. Ουσιαστικά, το τηλέφωνο μετατρέπεται σε συσκευή καταγραφής της ζωής του χρήστη, παραβιάζοντας όχι μόνο την ιδιωτικότητα αλλά και την ασφάλειά του.
2. Νομική διάσταση: μια τεχνολογία σε νομικό κενό
Στο νομικό μέρος, το SHARE Foundation δείχνει ότι το spyware λειτουργεί μέσα σε μια γκρίζα ζώνη του διεθνούς δικαίου. Καμία εθνική ή διεθνής ρύθμιση δεν το ορίζει ρητά, γεγονός που επιτρέπει στα κράτη να το χρησιμοποιούν στο όνομα της «εθνικής ασφάλειας» ή της «αντιμετώπισης του εγκλήματος».
Ωστόσο, η απουσία ρυθμιστικού πλαισίου δεν σημαίνει νομιμότητα. Αντιθέτως, οι θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων —όπως η αναγκαιότητα, η αναλογικότητα και η νομιμότητα— καθιστούν σαφές ότι το spyware είναι εκ φύσεως ασύμβατο με τα δικαιώματα στην ιδιωτικότητα και την ελευθερία της έκφρασης.
Η μελέτη εξετάζει 13 χώρες και αποδεικνύει ότι οι περισσότερες διαθέτουν ήδη νομικά εργαλεία για απαγόρευση της χρήσης του. Το ζήτημα δεν είναι η δημιουργία νέου πλαισίου ρύθμισης, αλλά η πολιτική βούληση να εφαρμοστεί η απαγόρευση.
3. Πρακτική διάσταση: οι πραγματικοί άνθρωποι πίσω από τις παρακολουθήσεις
Το τρίτο μέρος του βιβλίου επικεντρώνεται στις ανθρώπινες συνέπειες της χρήσης spyware. Με παραδείγματα από περισσότερες από είκοσι χώρες, αναδεικνύει πώς η κατασκοπεία αυτού του τύπου δεν πλήττει μόνο την ιδιωτικότητα, αλλά και τη δημοκρατική υφή των κοινωνιών.
Δημοσιογράφοι φοβούνται να μιλήσουν με τις πηγές τους. Ακτιβιστές αυτολογοκρίνονται. Πολίτες διστάζουν να συμμετάσχουν σε ειρηνικές διαδηλώσεις. Οι θεμελιώδεις ελευθερίες διαβρώνονται σιωπηλά, χωρίς να χρειαστεί ούτε μια σύλληψη.
Η περίπτωση της Σερβίας είναι ιδιαίτερα ανησυχητική: είναι η μόνη γνωστή «υβριδική» δημοκρατία που έχει αναπτύξει δικό της spyware, πιθανόν με τεχνική υποστήριξη από τη Ρωσία ή την Κίνα. Αυτή η διάσταση εγείρει ανησυχίες για τη διεθνή διάχυση τέτοιων τεχνολογιών και για τον κίνδυνο να μετατραπεί η Ευρώπη σε πεδίο δοκιμών αυταρχικών μεθόδων ψηφιακού ελέγχου.
Γιατί το spyware δεν μπορεί να «ρυθμιστεί»
Η βασική θέση του βιβλίου είναι ξεκάθαρη: το spyware δεν πρέπει να ρυθμιστεί — πρέπει να απαγορευτεί. Δεν πρόκειται για τεχνολογία που μπορεί να χρησιμοποιηθεί «νόμιμα» ή «αναλογικά», αλλά για μια πρακτική που υπονομεύει εξ ορισμού τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η χρήση του, ακόμη και υπό κρατικό έλεγχο, οδηγεί αναπόφευκτα σε κατάχρηση εξουσίας. Τα παραδείγματα από το Ισραήλ, την Ουγγαρία, την Ισπανία ή την Ελλάδα (με την υπόθεση Predator) δείχνουν ότι όταν μια κυβέρνηση αποκτά πρόσβαση σε τέτοια εργαλεία, ο πειρασμός να τα χρησιμοποιήσει για πολιτικούς ή προσωπικούς σκοπούς είναι τεράστιος.
Το SHARE Foundation υποστηρίζει ότι η απαγόρευση πρέπει να είναι καθολική και να συνοδεύεται από διεθνή μηχανισμό παρακολούθησης και διαφάνειας. Μόνο έτσι μπορεί να αποτραπεί η κανονικοποίηση της επιτήρησης και η μετατροπή των δημοκρατιών σε «ψηφιακές ολιγαρχίες».
Η μάχη για τις αξίες της δημοκρατίας
Πέρα από την τεχνολογική και νομική ανάλυση, το βιβλίο θέτει ένα βαθύτερο ερώτημα: Τι είδους κοινωνία θέλουμε; Μια κοινωνία που αποδέχεται την απόλυτη παρακολούθηση στο όνομα της ασφάλειας ή μια κοινωνία που υπερασπίζεται τα δικαιώματα ως θεμέλιο της ελευθερίας;
Η επιδίωξη «ασφάλειας χωρίς όρια», οδηγεί τελικά στην αποδόμηση των ίδιων των θεσμών που υποτίθεται ότι προστατεύει. Η εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτών και κράτους διαλύεται, οι ανεξάρτητες φωνές φιμώνονται, και η δημοκρατία μετατρέπεται σε διαδικαστικό κέλυφος χωρίς ουσία.
Το spyware δεν είναι απλώς τεχνολογικό ζήτημα· είναι πολιτικό και ηθικό πρόβλημα. Αντιπροσωπεύει τη σύγκρουση μεταξύ δύο οραμάτων για τον κόσμο: ενός που βασίζεται στον έλεγχο, την επιτήρηση και την καχυποψία, και ενός που στηρίζεται στη διαφάνεια, την ελευθερία και τη δημοκρατία.
Από το Βελιγράδι στις Βρυξέλλες: ένα ευρωπαϊκό κάλεσμα
Το SHARE Foundation εντάσσει το έργο της στο ευρύτερο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κινήματος για τα ψηφιακά δικαιώματα, μαζί με οργανισμούς όπως το EDRi (European Digital Rights). Το αίτημά τους για παγκόσμια απαγόρευση του spyware δεν είναι απλώς νομικό ή ακτιβιστικό — είναι πολιτισμικό: αφορά το πώς αντιλαμβανόμαστε την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια στην ψηφιακή εποχή.
Η υπόθεση NoviSpy είναι προειδοποίηση, όχι μόνο για τα Βαλκάνια αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Αν τα κράτη επιτρέψουν την κανονικοποίηση τέτοιων εργαλείων, η μετάβαση σε καθεστώτα ψηφιακού αυταρχισμού θα είναι μόνο θέμα χρόνου.
Προς έναν νέο ψηφιακό ανθρωπισμό
Το μήνυμα του βιβλίου είναι τελικά αισιόδοξο: η υπεράσπιση των δικαιωμάτων δεν είναι ουτοπία, αλλά πρακτική αναγκαιότητα για τη βιωσιμότητα των δημοκρατιών. Η τεχνολογία μπορεί και πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο, όχι να τον κατασκοπεύει.
Αυτό όμως απαιτεί ενεργούς πολίτες, διαφανείς θεσμούς και κοινωνική επαγρύπνηση. Η μάχη κατά του spyware είναι μέρος μιας ευρύτερης μάχης για τον επανακαθορισμό του ψηφιακού κόσμου ως χώρου ελευθερίας και όχι ως πεδίου ελέγχου.
Διαβάστε το βιβλίο εδώ
Πηγή άρθρου: https://edri.org/
