Η ψηφιακή εποχή έχει φέρει τεράστιες ευκαιρίες για μάθηση, επικοινωνία και δημιουργικότητα. Ταυτόχρονα, όμως, έχει αυξήσει τις ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των παιδιών στο διαδίκτυο. Η απάντηση πολλών κυβερνήσεων και νομοθετών στην Ευρώπη ήταν η προώθηση συστημάτων επαλήθευσης ηλικίας — μια επιλογή που παρουσιάζεται ως αναγκαία για την προστασία των ανηλίκων από βλαβερό περιεχόμενο.
Ωστόσο, αυτή η λύση είναι αναποτελεσματική, δυσανάλογη και συχνά επικίνδυνη, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει.
Ενίσχυση της ασφάλειας ή αυταπάτη;
Η επαλήθευση ηλικίας μοιάζει αρχικά λογική: εμποδίζει τα παιδιά να αποκτούν πρόσβαση σε περιεχόμενο ακατάλληλο για αυτά. Όμως στην πράξη, τέτοια μέτρα:
- είναι εύκολο να παρακαμφθούν,
- δημιουργούν ψευδές αίσθημα ασφάλειας,
- δεν αντιμετωπίζουν τις βασικές αιτίες διαδικτυακής επικινδυνότητας, όπως η ανεπαρκής εποπτεία πλατφορμών, τα επισφαλή επιχειρηματικά μοντέλα, ή η έλλειψη ψηφιακής παιδείας.
Αντί να «εξαλείφει» το πρόβλημα, η επαλήθευση ηλικίας απλώς το μεταθέτει. Τα παιδιά που θα θελήσουν να παρακάμψουν τους φραγμούς — και πολλοί θα το κάνουν — θα εκτεθούν σε περιβάλλοντα ακόμη πιο επικίνδυνα, χωρίς κανέναν έλεγχο.

Περιορισμός δικαιωμάτων και κοινωνικός αποκλεισμός
Ένα από τα σοβαρότερα ζητήματα είναι ότι η επαλήθευση ηλικίας περιορίζει την πρόσβαση των νέων σε βασικές διαδικτυακές υπηρεσίες. Το διαδίκτυο δεν αποτελεί απλώς χώρο ψυχαγωγίας, αλλά και:
- χώρο κοινωνικοποίησης,
- εργαλείο εκπαίδευσης,
- μέσο έκφρασης και ενδυνάμωσης,
- πλατφόρμα συμμετοχής στα κοινά.
Ο αποκλεισμός των παιδιών από τέτοιους χώρους δεν τα προστατεύει — τα απομονώνει. Επιπλέον, θέτει σε κίνδυνο θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και την πρόσβαση στην πληροφορία.
Οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ και ο ΟΟΣΑ, υποστηρίζουν ότι ο αποκλεισμός των παιδιών από το διαδίκτυο δεν αποτελεί λύση και αντιβαίνει στις διεθνείς αρχές για τα δικαιώματα του παιδιού.
Μια ψηφιακή «ταυτότητα» για όλους — ακόμη κι αν δεν χρειάζεται
Ίσως το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι για να εφαρμοστούν τέτοια μέτρα, όλοι οι χρήστες, και όχι μόνο οι ανήλικοι, πρέπει να αποδεικνύουν την ηλικία τους. Αυτό οδηγεί σε:
- υποχρεωτική επίδειξη εγγράφων,
- χρήση βιομετρικών στοιχείων,
- εξάρτηση από εφαρμογές και ψηφιακά πορτοφόλια ταυτότητας,
- δημιουργία νέων βάσεων δεδομένων με εξαιρετικά ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.
Σε μια περίοδο που οι κυβερνοεπιθέσεις αυξάνονται ραγδαία, η συγκέντρωση τέτοιων δεδομένων αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την ιδιωτικότητα όλων.
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι κάποιες κυβερνήσεις μπορεί να χρησιμοποιήσουν αυτές τις υποδομές για σκοπούς που δεν σχετίζονται με την προστασία των παιδιών — όπως για λογοκρισία ή περιορισμό πρόσβασης σε μειονοτικές θεματικές.
Πολλά συστήματα επαλήθευσης ηλικίας βασίζονται σε τεχνητή νοημοσύνη ή αναγνώριση προσώπου. Όμως οι τεχνολογίες αυτές:
- παρουσιάζουν μεροληψία απέναντι σε ανθρώπους με σκουρότερο δέρμα,
- κάνουν συχνά λάθη ηλικιακής εκτίμησης,
- είναι εύκολα παραβιάσιμες ή μπορούν να χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά από τις εταιρείες που τις λειτουργούν.
Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι ούτε αξιόπιστες ούτε δίκαιες, ειδικά όταν καλούνται να καθορίσουν ποιος δικαιούται πρόσβαση σε online υπηρεσίες.
Πού σταματά ο αποκλεισμός;
Αυτό που εδώ προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία είναι η συνεχής επέκταση των μέτρων. Ένα εργαλείο που ξεκίνησε ως τρόπος ελέγχου πρόσβασης σε πορνογραφικό περιεχόμενο, πλέον επεκτείνεται σε:
- πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης,
- εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων,
- ακόμα και σε υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης και chatbots.
Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο μιας διαρκώς επιδεινούμενης λογικής αποκλεισμού, η οποία θα επηρεάζει όχι μόνο τα παιδιά αλλά και ενήλικες που θεωρούνται «μη επιθυμητοί» χρήστες από πολιτικά ή κοινωνικά κριτήρια.
Πολιτικές λύσεις που δεν θυσιάζουν τα δικαιώματα
Αντί για τεχνολογικά μέσα αποκλεισμού, η πραγματική λύση βρίσκεται στη βελτίωση του διαδικτύου ως χώρου για όλους. Αυτό σημαίνει:
- ισχυρή εφαρμογή του GDPR,
- συνέπεια και αυστηρό έλεγχο των πλατφορμών μέσω του DSA,
- αποφυγή απορρύθμισης των υπαρχόντων προστατευτικών κανόνων,
- ενίσχυση της ψηφιακής παιδείας,
- στήριξη γονέων, εκπαιδευτικών και νέων ανθρώπων στην ασφαλή χρήση του διαδικτύου.
Η λύση βρίσκεται στην ενδυνάμωση και όχι στον αποκλεισμό. Η πραγματική προστασία των παιδιών απαιτεί δομική αλλαγή — όχι μόνο φραγμούς.
Η ασφάλεια των παιδιών στον φυσικό κόσμο δεν επιτυγχάνεται με το να τους απαγορεύουμε να κυκλοφορούν. Αντίθετα:
- βελτιώνουμε το περιβάλλον,
- δημιουργούμε κανόνες κυκλοφορίας,
- παρέχουμε εξοπλισμό ασφαλείας,
- και είμαστε δίπλα τους μέχρι να αποκτήσουν εμπειρία.
Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και στο διαδίκτυο.
Αντί για αποκλεισμό, χρειαζόμαστε ένα πιο ασφαλές, πιο δίκαιο, πιο περιεκτικό ψηφιακό οικοσύστημα για όλους.
Πηγή άρθρου: https://edri.org/our-work/
